- εικονοποιία
- εἰκονοποιία, η (Α)η κατασκευή εκκλησιαστικών εικόνων.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
εἰκονοποιίαν — εἰκονοποιίᾱν , εἰκονοποιία image making fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ελλάδα - Μουσική — ΑΡΧΑΙΑ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Είναι γνωστό ότι η καταγωγική περιοχή της αρχαίας ελληνικής ποίησης βρίσκεται στις θρησκευτικές τελετουργίες. Ωστόσο, το κύριο σώμα της λυρικής ποίησης χαρακτηρίζεται από έναν ανεξάρτητο χαρακτήρα την εποχή κατά την οποία… … Dictionary of Greek